μυρσινέλαιον: Difference between revisions

Bailly1_3
(6_22)
(Bailly1_3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μυρσῐνέλαιον''': τό, μυρσίνινον [[ἔλαιον]], [[ἔλαιον]] μυρσίνης, Διοσκ. 1. 48.
|lstext='''μυρσῐνέλαιον''': τό, μυρσίνινον [[ἔλαιον]], [[ἔλαιον]] μυρσίνης, Διοσκ. 1. 48.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />huile de myrte.<br />'''Étymologie:''' [[μυρσίνη]], [[ἔλαιον]].
}}
}}