ἀβερτή: Difference between revisions

From LSJ

Γιγνώσκεις οὖν καὶ σὺ τὰ στρατηγικὰ ἔργα → Therefore you, too, know the works (i.e. job) of a general.

Source
(6_12)
 
(Bailly1_1)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀβερτή''': ῆς, ἡ ([[ἀορτήρ]]), Λατ. averta, γυλιός, [[σακκοπήρα]]. «ἀορτήν, λέγουσιν οἱ πολλοὶ νῦν ἀβερτήν· Μακεδονικὸν δὲ καὶ τὸ [[σκεῦος]] καὶ τὸ [[ὄνομα]]». Σουΐδ.
|lstext='''ἀβερτή''': ῆς, ἡ ([[ἀορτήρ]]), Λατ. averta, γυλιός, [[σακκοπήρα]]. «ἀορτήν, λέγουσιν οἱ πολλοὶ νῦν ἀβερτήν· Μακεδονικὸν δὲ καὶ τὸ [[σκεῦος]] καὶ τὸ [[ὄνομα]]». Σουΐδ.
}}
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br />= [[ἀορτή]] <i>chez les Macédoniens</i>.
}}
}}

Revision as of 19:39, 9 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀβερτή: ῆς, ἡ (ἀορτήρ), Λατ. averta, γυλιός, σακκοπήρα. «ἀορτήν, λέγουσιν οἱ πολλοὶ νῦν ἀβερτήν· Μακεδονικὸν δὲ καὶ τὸ σκεῦος καὶ τὸ ὄνομα». Σουΐδ.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
= ἀορτή chez les Macédoniens.