ἀντίφθογγος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_17)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντίφθογγος''': -ον, ὁ ἔχων ἦχον ἀνταποκρινόμενον, [[σύμφωνος]], ψαλμὸν ἀντίφθογγον Πινδ. Ἀποσπ. 91· Ἀποσπ. 91· [[μιμητικός]], Ἀνθ. Π. 7. 191. II. ὁ ἔχων [[ἐναντίον]] ἦχον, [[ἀντίθετος]], [[ἐναντίος]], Βυζ.
|lstext='''ἀντίφθογγος''': -ον, ὁ ἔχων ἦχον ἀνταποκρινόμενον, [[σύμφωνος]], ψαλμὸν ἀντίφθογγον Πινδ. Ἀποσπ. 91· Ἀποσπ. 91· [[μιμητικός]], Ἀνθ. Π. 7. 191. II. ὁ ἔχων [[ἐναντίον]] ἦχον, [[ἀντίθετος]], [[ἐναντίος]], Βυζ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui renvoie le son.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντιφθέγγομαι]].
}}
}}