3,278,202
edits
(6_22) |
(Bailly1_2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐρώτημα''': τό, ὡς καὶ νῦν, Θουκ. 3. 54· ἡ πρὸς τὸ ἐρ. [[ἀπόκρισις]] [[αὐτόθι]] 60 τὰ ἐρ. τοῦ ξυνθήματος, αἱ περὶ τοῦ συνθήματος ἐρωτήσεις. ὁ αὐτ. 7. 44· ἐρ. [[περί]] τινος Πλάτ. Πρωτ. 336D· ἐρ. ἐρωτᾶν, [[ἐρέσθαι]] ὁ αὐτ. ἐν Φιλ. 42Ε, Πολ. 487Ε ΙΙ. [[ἐρώτησις]] γινομένη πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦ νὰ προκαλέσῃ τις [[συμπέρασμα]] ἐκ τῆς ἀποκρίσεως, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 15, 8, Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 12, 2, κ. ἀλλ.· πρβλ. [[ἐρωτάω]] ΙΙ. 2 | |lstext='''ἐρώτημα''': τό, ὡς καὶ νῦν, Θουκ. 3. 54· ἡ πρὸς τὸ ἐρ. [[ἀπόκρισις]] [[αὐτόθι]] 60 τὰ ἐρ. τοῦ ξυνθήματος, αἱ περὶ τοῦ συνθήματος ἐρωτήσεις. ὁ αὐτ. 7. 44· ἐρ. [[περί]] τινος Πλάτ. Πρωτ. 336D· ἐρ. ἐρωτᾶν, [[ἐρέσθαι]] ὁ αὐτ. ἐν Φιλ. 42Ε, Πολ. 487Ε ΙΙ. [[ἐρώτησις]] γινομένη πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦ νὰ προκαλέσῃ τις [[συμπέρασμα]] ἐκ τῆς ἀποκρίσεως, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 15, 8, Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 12, 2, κ. ἀλλ.· πρβλ. [[ἐρωτάω]] ΙΙ. 2 | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br />question, interrogation.<br />'''Étymologie:''' [[ἐρωτάω]]. | |||
}} | }} |