3,274,133
edits
(6_11) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''γυμναστικός''': -ή, -όν, ὁ [[σφόδρα]] ἐφιέμενος τῶν γυμναστικῶν ἀσκήσεων, ὁ ἐν αὐταῖς [[ἔμπειρος]] καὶ ἐξέχων, Ἱππ. Ἀφ. 1242, Πλάτ. Πρωτ. 313D· ὁ ἀνήκων εἰς τὸν διδάσκαλον τῆς γυμναστικῆς, Ἀριστ. Πολ. 4. 1, 2·- γ. [[θεραπεία]] Πλάτ. γοργ. 464Β· καὶ ἡ γυμναστικὴ ([[μετὰ]] ἢ [[ἄνευ]] τοῦ [[τέχνη]]), ἡ γυμναστική, ὡς παρ᾿ ἡμῖν, ὁ αὐτ. Συμπ. 186Ε, κτλ.- Ἐπίρρ.-κῶς Ἀριστοφ. Σφηξ. 1212. | |lstext='''γυμναστικός''': -ή, -όν, ὁ [[σφόδρα]] ἐφιέμενος τῶν γυμναστικῶν ἀσκήσεων, ὁ ἐν αὐταῖς [[ἔμπειρος]] καὶ ἐξέχων, Ἱππ. Ἀφ. 1242, Πλάτ. Πρωτ. 313D· ὁ ἀνήκων εἰς τὸν διδάσκαλον τῆς γυμναστικῆς, Ἀριστ. Πολ. 4. 1, 2·- γ. [[θεραπεία]] Πλάτ. γοργ. 464Β· καὶ ἡ γυμναστικὴ ([[μετὰ]] ἢ [[ἄνευ]] τοῦ [[τέχνη]]), ἡ γυμναστική, ὡς παρ᾿ ἡμῖν, ὁ αὐτ. Συμπ. 186Ε, κτλ.- Ἐπίρρ.-κῶς Ἀριστοφ. Σφηξ. 1212. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />qui concerne les exercices du corps.<br />'''Étymologie:''' [[γυμνάζω]]. | |||
}} | }} |