δασύκνημος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_17)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δᾰσύκνημος''': -ον, ὁ ἔχων δασείας, κεκαλυμμένας διὰ τριχῶν κνήμας, Ἀνθ. Π. 6. 32.
|lstext='''δᾰσύκνημος''': -ον, ὁ ἔχων δασείας, κεκαλυμμένας διὰ τριχῶν κνήμας, Ἀνθ. Π. 6. 32.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />aux jambes velues.<br />'''Étymologie:''' [[δασύς]], [[κνήμη]].
}}
}}