3,258,334
edits
(6_3) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγχορηγέω''': [[συμπαρέχω]] βοηθείας εἰς τροφὰς καὶ ἄλλα, τινι εἰς τοὺς παρεστῶτας καιροὺς Πολύβ. 4. 46, 5· τινι ὁ αὐτ. 5. 55, 1, κτλ.· μετ’ αἰτ. πράγμ., σ. τροφάς τινι Πλουτ. Ρωμ. 6· ἀπολ., σ. ἀφειδῶς ὁ αὐτ. ἐν Κλεομ. 6. ΙΙ. [[συνεισφέρω]] [[πρός]] τι, τοῖς γάμοις ὁ αὐτ. ἐν Φωκ. 30. | |lstext='''συγχορηγέω''': [[συμπαρέχω]] βοηθείας εἰς τροφὰς καὶ ἄλλα, τινι εἰς τοὺς παρεστῶτας καιροὺς Πολύβ. 4. 46, 5· τινι ὁ αὐτ. 5. 55, 1, κτλ.· μετ’ αἰτ. πράγμ., σ. τροφάς τινι Πλουτ. Ρωμ. 6· ἀπολ., σ. ἀφειδῶς ὁ αὐτ. ἐν Κλεομ. 6. ΙΙ. [[συνεισφέρω]] [[πρός]] τι, τοῖς γάμοις ὁ αὐτ. ἐν Φωκ. 30. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-ῶ :<br /><i>litt.</i> être chorège avec, <i>d’où</i><br /><b>1</b> contribuer à l’entretien de, contribuer à, subvenir : τινι à l’entretien de qqn ; τροφάς τινι PLUT contribuer aux frais de nourriture de qqn;<br /><b>2</b> <i>en gén.</i> contribuer aux dépenses de, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[χορηγέω]]. | |||
}} | }} |