πανσυδί: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_9)
(Bailly1_4)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''πανσυδί''': ἢ -δεί, Ἐπίρρ. (√ΣΥ, σεύομαι) [[μετὰ]] πάσης δυνάμεως, [[ὅθεν]] = [[πανστρατιᾷ]] ἢ πανδημί, π. βοηθεῖν Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 9, Ἀγησ. 2. 19˙ πασσυδὶ ([[οὕτως]] ὁ Βεκκῆρ.) διεφθάρθαι, παντελῶς, Θουκ. 8. 1, πρβλ. Φερεκράτ. ἐν «Αὐτομόλοις» 11, καὶ ἴδε τὸ ἑπόμ.
|lstext='''πανσυδί''': ἢ -δεί, Ἐπίρρ. (√ΣΥ, σεύομαι) [[μετὰ]] πάσης δυνάμεως, [[ὅθεν]] = [[πανστρατιᾷ]] ἢ πανδημί, π. βοηθεῖν Ξεν. Ἑλλ. 4. 4, 9, Ἀγησ. 2. 19˙ πασσυδὶ ([[οὕτως]] ὁ Βεκκῆρ.) διεφθάρθαι, παντελῶς, Θουκ. 8. 1, πρβλ. Φερεκράτ. ἐν «Αὐτομόλοις» 11, καὶ ἴδε τὸ ἑπόμ.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> avec toutes les forces réunies;<br /><b>2</b> entièrement, complètement.<br />'''Étymologie:''' [[πᾶν]], [[σεύω]].
}}
}}