συνωχαδόν: Difference between revisions

Bailly1_5
(6_6)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνωχᾰδόν''': Ἐπίρρ. ([[συνέχω]]) ποιητ. ἀντὶ [[συνοχηδόν]], ἐπὶ χρόνου, συνεχῶς, διαρκῶς, ἀδιακόπως, Ἡσ. Θ. 690, Κόϊντ. Σμ. 14. 517· ― κατ’ ἄλλους, τοῦ λοιποῦ, ἐν τῷ μέλλοντι [[εὐθύς]]. ― Περὶ τοῦ τύπου ἴδε Α. Β. 609, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 701.
|lstext='''συνωχᾰδόν''': Ἐπίρρ. ([[συνέχω]]) ποιητ. ἀντὶ [[συνοχηδόν]], ἐπὶ χρόνου, συνεχῶς, διαρκῶς, ἀδιακόπως, Ἡσ. Θ. 690, Κόϊντ. Σμ. 14. 517· ― κατ’ ἄλλους, τοῦ λοιποῦ, ἐν τῷ μέλλοντι [[εὐθύς]]. ― Περὶ τοῦ τύπου ἴδε Α. Β. 609, Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 701.
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />d’une manière continue, immédiatement, aussitôt.<br />'''Étymologie:''' [[συνέχω]], -δον.
}}
}}