ἀνακινητικός: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(6_11)
 
(big3_4)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνακινητικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνακινῶν, ὁ προξενῶν ἀνακίνησιν, Διον. Ἀρεοπ. σ. 115.
|lstext='''ἀνακινητικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνακινῶν, ὁ προξενῶν ἀνακίνησιν, Διον. Ἀρεοπ. σ. 115.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[que excita]], [[que mueve]]de las potencias de los serafines, Dion.Ar.<i>EH</i> M.3.481C.
}}
}}

Revision as of 12:03, 21 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

ἀνακινητικός: -ή, -όν, ὁ ἀνακινῶν, ὁ προξενῶν ἀνακίνησιν, Διον. Ἀρεοπ. σ. 115.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
que excita, que muevede las potencias de los serafines, Dion.Ar.EH M.3.481C.