αρθροκηδής: Difference between revisions

From LSJ

Ἡδὺν δὲ βίον μύστῃσι πρόφαινε → Show forth to the initiates a sweet life

Source
(6)
 
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀρθροκηδής]] (-οῡς), -ές (Α)<br />[[ενοχλητικός]] στις αρθρώσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>άρθρον</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κηδής</i> <span style="color: red;"><</span> [[κήδος]]].
|mltxt=[[ἀρθροκηδής]] (-οῦς), -ές (Α)<br />[[ενοχλητικός]] στις αρθρώσεις.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>άρθρον</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>κηδής</i> <span style="color: red;"><</span> [[κήδος]]].
}}
}}

Latest revision as of 19:47, 13 June 2022

Greek Monolingual

ἀρθροκηδής (-οῦς), -ές (Α)
ενοχλητικός στις αρθρώσεις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άρθρον + -κηδής < κήδος].