αερότροφος: Difference between revisions

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που τρέφεται, που συντηρείται με τον αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αέρας]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τροφος</i> <span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που τρέφεται, που συντηρείται με τον αέρα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αέρας]] <span style="color: red;">+</span> -<i>τροφος</i> <span style="color: red;"><</span> [[τρέφω]].
}}
}}

Latest revision as of 22:30, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που τρέφεται, που συντηρείται με τον αέρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αέρας + -τροφος < τρέφω.