ανθρωπαίος: Difference between revisions
From LSJ
Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν → Servus molestu'st supra herum sese efferens → Ein Ärgernis: ein Sklave stolzer als sein Herr
(4) |
mNo edit summary |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt= | |mltxt=[[ἀνθρωπαῖος]], ο (Μ)<br />αυτός που κατοίκησε [[μέσα]] στον άνθρωπο ([[θεολογικός]] όρος που χρησιμοποιούν ο Κύριλλος και ο Ι. Δαμασκηνός για να αντικρούσουν τις απόψεις του Νεστόριου). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:46, 28 March 2021
Greek Monolingual
ἀνθρωπαῖος, ο (Μ)
αυτός που κατοίκησε μέσα στον άνθρωπο (θεολογικός όρος που χρησιμοποιούν ο Κύριλλος και ο Ι. Δαμασκηνός για να αντικρούσουν τις απόψεις του Νεστόριου).