κήνος: Difference between revisions

From LSJ

πᾶσι τοῖς ἐσχάτοις ζημιοῦσθαι → be punished by all the most extreme penalties

Source
(20)
 
m (Text replacement - "εῑν" to "εῖν")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κῆνος]] (Α)<br /><b>(αιολ.)</b> και δωρ. τ. του <i>κεῑνος</i>, <i>ἐκεῑνος</i>) <b>βλ.</b> [[εκείνος]].
|mltxt=[[κῆνος]] (Α)<br /><b>(αιολ.)</b> και δωρ. τ. του <i>κεῖνος</i>, <i>ἐκεῖνος</i>) <b>βλ.</b> [[εκείνος]].
}}
}}

Latest revision as of 08:40, 27 March 2021

Greek Monolingual

κῆνος (Α)
(αιολ.) και δωρ. τ. του κεῖνος, ἐκεῖνος) βλ. εκείνος.