συνοφρύωση: Difference between revisions

From LSJ

ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread

Source
(40)
 
mNo edit summary
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η, Ν<br />[[συνοφρύωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνοφρυώνομαι]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συνοφρύωσις</i>, μαρτυρείται από το 1880 στον Ιω. Καμπούρογλου].
|mltxt=η, Ν<br />[[συνοφρύωση]], [[συνοφρύωμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συνοφρυώνομαι]]. Η λ., στον λόγιο τ. [[συνοφρύωσις]], μαρτυρείται από το 1880 στον Ιω. Καμπούρογλου].
}}
}}

Latest revision as of 10:35, 23 September 2019

Greek Monolingual

η, Ν
συνοφρύωση, συνοφρύωμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συνοφρυώνομαι. Η λ., στον λόγιο τ. συνοφρύωσις, μαρτυρείται από το 1880 στον Ιω. Καμπούρογλου].