ἀριστίζω: Difference between revisions
(3) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aristizo | |Transliteration C=aristizo | ||
|Beta Code=a)risti/zw | |Beta Code=a)risti/zw | ||
|Definition=< | |Definition=[[give one breakfast]], ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμψεν [[Aristophanes|Ar.]]''[[The Knights|Eq.]]''538; τούτους ἀρίστισον εὖ Id.''Av.''659; τὴν πόλιν ἀ. ἐπὶ πενταετίαν ''IG''7.2712.62 (Acraephia):—Med., [[breakfast]], Hp.''VM''10. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">• Prosodia:</b> [ᾱ-]<br /><b class="num">1</b> [[dar una comida]] para celebrar algo, c. ac. ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς Ar.<i>Eq</i>.538, τούτους ... ἀρίστισον εὖ Ar.<i>Au</i>.659, χρηστῶς δηλαδὴ ἠρίστικας <σ>εαυτόν Men.(?) en <i>PKöln</i> 203c.1.10, τὴν πόλιν ... ἐπὶ πενταε[τί] αν <i>IG</i> 7.2712.62 (Acrefia I d.C.), τοῖς τε πολίταις καὶ Ῥωμαίοις καὶ παροίκοις καὶ ξένοις ἀρίστισεν <i>SEG</i> 32.1243.17 (Cime I a./d.C.), ἀρίστισε τὸ πλᾶθος <i>SEG</i> 32.1243.19, τὰς ... παρθένους <i>SEG</i> 26.1826.21 (Cirene II d.C.), definido como ἀρίστου μεταδίδωμί τινι A.D.<i>Synt</i>.280.8.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[almorzar]] op. [[δειπνεῖν]] Hp.<i>VM</i> 10, cf. A.D.<i>Synt</i>.280.3. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0352.png Seite 352]] mit einem Frühstück bewirthen, Ar. Equ. 536 Av. 659; ἀριστίσας ἑαυτόν Diod. com. Ath. VI, 234 c (v. 12); Hippocr. – Med., frühstücken. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0352.png Seite 352]] mit einem Frühstück bewirthen, Ar. Equ. 536 Av. 659; ἀριστίσας ἑαυτόν Diod. com. Ath. VI, 234 c (v. 12); Hippocr. – Med., frühstücken. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=donner à dîner à, acc.;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[ἀριστίζομαι]] dîner.<br />'''Étymologie:''' [[ἄριστον]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀριστίζω:''' (ᾱ) угощать завтраком (τινά Arph.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀριστίζω''': [ᾱρ-]: μέλλ -ίσω, [[παρέχω]] εἴς τινα ἄριστον, πρόγευμα, ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμψεν Ἀριστοφ. Ἱππ. 538· τούτους ἀρίστισον εὖ ὁ αὐτ. Ὄρν. 659· τὴν πόλιν ἀριστίζων ἐπὶ πενταετίαν Ἐπιγρ. Βοιωτ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 42: ― Μέσ. [[λαμβάνω]] ἄριστον, [[προγευματίζω]], Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 12. | |lstext='''ἀριστίζω''': [ᾱρ-]: μέλλ -ίσω, [[παρέχω]] εἴς τινα ἄριστον, πρόγευμα, ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμψεν Ἀριστοφ. Ἱππ. 538· τούτους ἀρίστισον εὖ ὁ αὐτ. Ὄρν. 659· τὴν πόλιν ἀριστίζων ἐπὶ πενταετίαν Ἐπιγρ. Βοιωτ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 42: ― Μέσ. [[λαμβάνω]] ἄριστον, [[προγευματίζω]], Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 12. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀριστίζω:''' [ᾱρ], μέλ. <i>-ίσω</i> ([[ἄριστον]]), [[παρέχω]] σε κάποιον πρωινό, με αιτ. προσ., σε Αριστοφ. | |lsmtext='''ἀριστίζω:''' [ᾱρ], μέλ. <i>-ίσω</i> ([[ἄριστον]]), [[παρέχω]] σε κάποιον πρωινό, με αιτ. προσ., σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἄριστον]]<br />to [[give]] one [[breakfast]], c. acc. pers., Ar. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:53, 25 August 2023
English (LSJ)
give one breakfast, ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμψεν Ar.Eq.538; τούτους ἀρίστισον εὖ Id.Av.659; τὴν πόλιν ἀ. ἐπὶ πενταετίαν IG7.2712.62 (Acraephia):—Med., breakfast, Hp.VM10.
Spanish (DGE)
• Prosodia: [ᾱ-]
1 dar una comida para celebrar algo, c. ac. ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς Ar.Eq.538, τούτους ... ἀρίστισον εὖ Ar.Au.659, χρηστῶς δηλαδὴ ἠρίστικας <σ>εαυτόν Men.(?) en PKöln 203c.1.10, τὴν πόλιν ... ἐπὶ πενταε[τί] αν IG 7.2712.62 (Acrefia I d.C.), τοῖς τε πολίταις καὶ Ῥωμαίοις καὶ παροίκοις καὶ ξένοις ἀρίστισεν SEG 32.1243.17 (Cime I a./d.C.), ἀρίστισε τὸ πλᾶθος SEG 32.1243.19, τὰς ... παρθένους SEG 26.1826.21 (Cirene II d.C.), definido como ἀρίστου μεταδίδωμί τινι A.D.Synt.280.8.
2 en v. med. almorzar op. δειπνεῖν Hp.VM 10, cf. A.D.Synt.280.3.
German (Pape)
[Seite 352] mit einem Frühstück bewirthen, Ar. Equ. 536 Av. 659; ἀριστίσας ἑαυτόν Diod. com. Ath. VI, 234 c (v. 12); Hippocr. – Med., frühstücken.
French (Bailly abrégé)
donner à dîner à, acc.;
Moy. ἀριστίζομαι dîner.
Étymologie: ἄριστον.
Russian (Dvoretsky)
ἀριστίζω: (ᾱ) угощать завтраком (τινά Arph.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀριστίζω: [ᾱρ-]: μέλλ -ίσω, παρέχω εἴς τινα ἄριστον, πρόγευμα, ἀπὸ σμικρᾶς δαπάνης ὑμᾶς ἀριστίζων ἀπέπεμψεν Ἀριστοφ. Ἱππ. 538· τούτους ἀρίστισον εὖ ὁ αὐτ. Ὄρν. 659· τὴν πόλιν ἀριστίζων ἐπὶ πενταετίαν Ἐπιγρ. Βοιωτ. ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1625. 42: ― Μέσ. λαμβάνω ἄριστον, προγευματίζω, Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 12.
Greek Monolingual
ἀριστίζω (Α) άριστον
1. προσφέρω πρόγευμα σε κάποιον
2. (-ομαι) προγευματίζω.
Greek Monotonic
ἀριστίζω: [ᾱρ], μέλ. -ίσω (ἄριστον), παρέχω σε κάποιον πρωινό, με αιτ. προσ., σε Αριστοφ.