αλσοφύλαξ: Difference between revisions

From LSJ

Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein

Menander, Monostichoi, 505
(Created page with "{{grml |mltxt=(-αξ), ο<br />αλφοφύλακας, φύλακας άλσους, δασοφύλακας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</spa...")
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(-αξ), ο<br />[[αλφοφύλακας]], [[φύλακας]] άλσους, [[δασοφύλακας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[άλσος]] <span style="color: red;">+</span> [[φύλαξ]] (-<i>ακας</i>)].
|mltxt=(-αξ), ο<br />[[αλσοφύλακας]], [[φύλακας]] άλσους, [[δασοφύλακας]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> [[άλσος]] <span style="color: red;">+</span> [[φύλαξ]] (-<i>ακας</i>)].
}}
}}

Latest revision as of 23:20, 29 December 2020

Greek Monolingual

(-αξ), ο
αλσοφύλακας, φύλακας άλσους, δασοφύλακας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ άλσος + φύλαξ (-ακας)].