κρικούμαι: Difference between revisions
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
m (Text replacement - "χεῑλ" to "χεῖλ") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=κρικοῦμαι, -όομαι (Α) [[κρίκος]]<br />ασφαλίζομαι με κρίκο («ὁπλίζουσι δὲ καὶ τὰς | |mltxt=κρικοῦμαι, -όομαι (Α) [[κρίκος]]<br />ασφαλίζομαι με κρίκο («ὁπλίζουσι δὲ καὶ τὰς γυναῖκας, ὧν αἱ πλείους κεκρίκωνται τὸ χεῖλος τοῦ στόματος χαλκῷ κρίκῳ», <b>Στράβ.</b>). | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:40, 6 February 2024
Greek Monolingual
κρικοῦμαι, -όομαι (Α) κρίκος
ασφαλίζομαι με κρίκο («ὁπλίζουσι δὲ καὶ τὰς γυναῖκας, ὧν αἱ πλείους κεκρίκωνται τὸ χεῖλος τοῦ στόματος χαλκῷ κρίκῳ», Στράβ.).