πανεύω: Difference between revisions

From LSJ

Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n

Menander, Monostichoi, 149
(6_1)
 
(30)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''πᾰνεύω''': (Πὰν) μεταχειρίζομαι κατὰ τὸν τρόπον τοῦ Πανός, π. γυναῖκα Ἡρακλείτου περὶ Ἀπίστων 25.
|lstext='''πᾰνεύω''': (Πὰν) μεταχειρίζομαι κατὰ τὸν τρόπον τοῦ Πανός, π. γυναῖκα Ἡρακλείτου περὶ Ἀπίστων 25.
}}
{{grml
|mltxt=Α [[Παν]]<br /><b>1.</b> [[υποκρίνομαι]] τον Πάνα<br /><b>2.</b> [[μεταχειρίζομαι]] [[γυναίκα]] όπως ο Παν, συνουσιάζομαι με [[γυναίκα]].
}}
}}

Latest revision as of 12:13, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

πᾰνεύω: (Πὰν) μεταχειρίζομαι κατὰ τὸν τρόπον τοῦ Πανός, π. γυναῖκα Ἡρακλείτου περὶ Ἀπίστων 25.

Greek Monolingual

Α Παν
1. υποκρίνομαι τον Πάνα
2. μεταχειρίζομαι γυναίκα όπως ο Παν, συνουσιάζομαι με γυναίκα.