κοσμοπλάνος: Difference between revisions
(6_15) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κοσμοπλάνος''': ὁ, ὁ πλανῶν τὸν κόσμον, Ἀποστ. Κανόν. 7, 32, τ. 1, σ. 376. | |lstext='''κοσμοπλάνος''': ὁ, ὁ πλανῶν τὸν κόσμον, Ἀποστ. Κανόν. 7, 32, τ. 1, σ. 376. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κοσμοπλάνος]], ὁ (Α)<br />αυτός που πλανεύει τον κόσμο, [[λαοπλάνος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κοσμ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[πλάνος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>πλανῶ</i>), [[πρβλ]]. [[ερωτοπλάνος]], [[λαοπλάνος]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:43, 24 August 2021
Greek (Liddell-Scott)
κοσμοπλάνος: ὁ, ὁ πλανῶν τὸν κόσμον, Ἀποστ. Κανόν. 7, 32, τ. 1, σ. 376.
Greek Monolingual
κοσμοπλάνος, ὁ (Α)
αυτός που πλανεύει τον κόσμο, λαοπλάνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο)- + -πλάνος (< πλανῶ), πρβλ. ερωτοπλάνος, λαοπλάνος.