φανεῖμεν: Difference between revisions

From LSJ

Τῶν δυστυχούντων εὐτυχὴς οὐδεὶς φίλοςFelix amicus nullus infelicibus → für die im Unglück ist kein Glücklicher ein Freund

Menander, Monostichoi, 502
(6_5)
 
(4b)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''φανεῖμεν''': ἀντὶ φανείημεν, Αἰσχύλ. Πέρσ. 786.
|lstext='''φανεῖμεν''': ἀντὶ φανείημεν, Αἰσχύλ. Πέρσ. 786.
}}
{{lsm
|lsmtext='''φανεῖμεν:''' ποιητ. αντί <i>-είημεν</i>. αʹ πληθ. Παθ. αορ. βʹ του [[φαίνω]].
}}
{{elru
|elrutext='''φανεῖμεν:''' (= φανείημεν) 1 л. pl. aor. opt. pass. к [[φαίνω]].
}}
}}

Latest revision as of 07:44, 31 December 2018

Greek (Liddell-Scott)

φανεῖμεν: ἀντὶ φανείημεν, Αἰσχύλ. Πέρσ. 786.

Greek Monotonic

φανεῖμεν: ποιητ. αντί -είημεν. αʹ πληθ. Παθ. αορ. βʹ του φαίνω.

Russian (Dvoretsky)

φανεῖμεν: (= φανείημεν) 1 л. pl. aor. opt. pass. к φαίνω.