νόθειος: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423
(6_4)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''νόθειος''': -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ [[κληρονομία]] νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ [[μέχρι]] χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ.
|lstext='''νόθειος''': -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ [[κληρονομία]] νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ [[μέχρι]] χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ.
}}
{{elru
|elrutext='''νόθειος:''' [[принадлежащий внебрачному ребенку или предназначенный для внебрачных детей]] (χρήματα Arph.).
}}
}}

Latest revision as of 13:25, 20 August 2022

Greek (Liddell-Scott)

νόθειος: -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ κληρονομία νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ μέχρι χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ.

Russian (Dvoretsky)

νόθειος: принадлежащий внебрачному ребенку или предназначенный для внебрачных детей (χρήματα Arph.).