διάτριχα: Difference between revisions

(Bailly1_2)
m (LSJ1 replacement)
 
(16 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=diatricha
|Transliteration C=diatricha
|Beta Code=dia/trixa
|Beta Code=dia/trixa
|Definition=Adv. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[τρίχα]], <b class="b2">in three divisions, three ways</b>, usu. written divisim in Hom., as <span class="bibl">Il.2.655</span>; as one word, <span class="bibl"><span class="title">h.Cer.</span>86</span>, <span class="bibl">A.R.2.997</span>.</span>
|Definition=Adv. = [[τρίχα]], [[in three divisions]], [[three ways]], usually written divisim in Hom., as Il.2.655; as one word, ''h.Cer.''86, A.R.2.997.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [frec. <i>divissim</i> διὰ τρίχα]<br />adv. [[en tres partes]] δ. δασμὸς ἐτύχθη <i>h.Cer</i>.86, νεῖμαι Call.<i>Iou</i>.61, κατὰ φῦλα δ. ναιετάασκον A.R.2.997.
}}
{{bailly
|btext=<i>ou mieux</i> διὰ [[τρίχα]];<br /><i>adv.</i><br />en trois parties, en trois.
}}
{{elnl
|elnltext=διά-τριχα, adv., in drieën, meestal διὰ τρίχα.
}}
{{pape
|ptext=<i>[[dreifach]]; Il</i>. 2.655 [[διάτριχα]] κοσμηθέντες, [[richtiger]] [[getrennt]] διὰ [[τρίχα]], so daß διά zu κοσμηθέντες [[gehört]], s. <i>Scholl. Herodian</i>. und vgl. <i>Od</i>. 9.157 διὰ δὲ [[τρίχα]] κοσμηθέντες. – <i>H.h. Cer</i>. 86 und sp.D., wie Ap.Rh. 2.997.
}}
{{elru
|elrutext='''διάτρῐχᾰ:''' тж. раздельно διὰ [[τρίχα]] adv. на три части Hom., HH.
}}
{{grml
|mltxt=[[διάτριχα]] και διὰ [[τρίχα]] <b>επίρρ.</b> (Α) [[τρίχα]]<br />σε [[τρία]] μέρη, με [[τρεις]] τρόπους.
}}
{{lsm
|lsmtext='''διάτρῐχα:''' ή διὰτρίχα, επίρρ., = [[τρίχα]], σε [[τρία]] μέρη, με [[τρεις]] τρόπους, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διάτρῐχα''': ἐπίρρ., =[[τρίχα]], εἰς [[τρία]] μέρη, κατὰ [[τρεῖς]] τρόπους, Ἰλ.Β.655, κτλ· [[κάλλιον]] κατὰ διάστασιν γραφόμενον.
|lstext='''διάτρῐχα''': ἐπίρρ., =[[τρίχα]], εἰς [[τρία]] μέρη, κατὰ [[τρεῖς]] τρόπους, Ἰλ.Β.655, κτλ· [[κάλλιον]] κατὰ διάστασιν γραφόμενον.
}}
}}
{{bailly
{{mdlsj
|btext=<i>ou mieux</i> διὰ [[τρίχα]];<br /><i>adv.</i><br />en trois parties, en trois.
|mdlsjtxt=<i>adverb</i>[διὰ, [[τρίχα]], adv.] = [[τρίχα]]<br />in [[three]] divisions, [[three]] ways, Il.
}}
}}

Latest revision as of 11:10, 25 August 2023

English (LSJ)

Adv. = τρίχα, in three divisions, three ways, usually written divisim in Hom., as Il.2.655; as one word, h.Cer.86, A.R.2.997.

Spanish (DGE)

• Morfología: [frec. divissim διὰ τρίχα]
adv. en tres partes δ. δασμὸς ἐτύχθη h.Cer.86, νεῖμαι Call.Iou.61, κατὰ φῦλα δ. ναιετάασκον A.R.2.997.

French (Bailly abrégé)

ou mieux διὰ τρίχα;
adv.
en trois parties, en trois.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διά-τριχα, adv., in drieën, meestal διὰ τρίχα.

German (Pape)

dreifach; Il. 2.655 διάτριχα κοσμηθέντες, richtiger getrennt διὰ τρίχα, so daß διά zu κοσμηθέντες gehört, s. Scholl. Herodian. und vgl. Od. 9.157 διὰ δὲ τρίχα κοσμηθέντες. – H.h. Cer. 86 und sp.D., wie Ap.Rh. 2.997.

Russian (Dvoretsky)

διάτρῐχᾰ: тж. раздельно διὰ τρίχα adv. на три части Hom., HH.

Greek Monolingual

διάτριχα και διὰ τρίχα επίρρ. (Α) τρίχα
σε τρία μέρη, με τρεις τρόπους.

Greek Monotonic

διάτρῐχα: ή διὰτρίχα, επίρρ., = τρίχα, σε τρία μέρη, με τρεις τρόπους, σε Ομήρ. Ιλ.

Greek (Liddell-Scott)

διάτρῐχα: ἐπίρρ., =τρίχα, εἰς τρία μέρη, κατὰ τρεῖς τρόπους, Ἰλ.Β.655, κτλ· κάλλιον κατὰ διάστασιν γραφόμενον.

Middle Liddell

adverb[διὰ, τρίχα, adv.] = τρίχα
in three divisions, three ways, Il.