3,254,072
edits
(3) |
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (ή [[συρμός]]) <b>τεχνολ.</b><br />το [[σύνολο]] τών βαγονιών που τραβά μια σιδηροδρομική [[μηχανή]] έλξεως, [[μαζί]] με την [[μηχανή]]. Υπάρχουν επιβατικές αμαξοστοιχίες, αμαξοστοιχίες εμπορευμάτων, μικτές (όταν μεταφέρουν επιβάτες κι εμπορεύματα), ταχείες και υπερταχείες (όταν κινούνται με [[μεγάλη]] [[ταχύτητα]] και δεν σταματούν σε όλους τους σταθμούς) κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμαξα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στοιχία</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>στοιχος</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[στείχω]] «[[βαδίζω]]», | |mltxt=η (ή [[συρμός]]) <b>τεχνολ.</b><br />το [[σύνολο]] τών βαγονιών που τραβά μια σιδηροδρομική [[μηχανή]] έλξεως, [[μαζί]] με την [[μηχανή]]. Υπάρχουν επιβατικές αμαξοστοιχίες, αμαξοστοιχίες εμπορευμάτων, μικτές (όταν μεταφέρουν επιβάτες κι εμπορεύματα), ταχείες και υπερταχείες (όταν κινούνται με [[μεγάλη]] [[ταχύτητα]] και δεν σταματούν σε όλους τους σταθμούς) κ.ά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμαξα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>στοιχία</i> <span style="color: red;"><</span> -<i>στοιχος</i> <span style="color: red;"><</span> αρχ. [[στείχω]] «[[βαδίζω]]», πρβλ. αγγλ. <i>train</i>. Ο [[ελληνικός]] όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη [[φορά]] από τον Ρήγα Βελεστινλή (Φεραίο)]. | ||
}} | }} |