αγγλόφιλος: Difference between revisions
From LSJ
(1) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που συμπαθεί και θαυμάζει τους Άγγλους.<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=-η, -ο<br />αυτός που συμπαθεί και θαυμάζει τους Άγγλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Άγγλος]] <span style="color: red;">+</span> [[φίλος]].<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[αγγλοφιλία]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 22:20, 29 December 2020
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που συμπαθεί και θαυμάζει τους Άγγλους.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Άγγλος + φίλος.
ΠΑΡ. αγγλοφιλία].