αγορίστικος: Difference between revisions

From LSJ

Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt

Menander, Monostichoi, 249
(1)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε [[αγόρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀγόρι</i> <span style="color: red;">+</span> παραγωγική [[κατάληξη]] -<i>ίστικος</i>].
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε [[αγόρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀγόρι</i> <span style="color: red;">+</span> παραγωγική [[κατάληξη]] -<i>ίστικος</i>].
}}
}}

Latest revision as of 22:20, 29 December 2020

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει σε αγόρι.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀγόρι + παραγωγική κατάληξη -ίστικος].