3,277,180
edits
(2) |
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (Α [[αἰτιατός]], -ή, -όν) [[αἰτιῶμαι]]<br />αυτός που προκύπτει από κάποια [[αιτία]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ <i>αιτιατόν</i><br />το [[αποτέλεσμα]] αιτίας, σε [[αντίθεση]] [[προς]] το <i>αἴτιον</i><br /><b>μσν.</b><br />[[υπαίτιος]], [[ένοχος]].<br />[<b><span style="color: brown;"> | |mltxt=-ή, -ό (Α [[αἰτιατός]], -ή, -όν) [[αἰτιῶμαι]]<br />αυτός που προκύπτει από κάποια [[αιτία]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> τὸ <i>αιτιατόν</i><br />το [[αποτέλεσμα]] αιτίας, σε [[αντίθεση]] [[προς]] το <i>αἴτιον</i><br /><b>μσν.</b><br />[[υπαίτιος]], [[ένοχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Η λ. [[αἰτιατός]] παράγεται [[είτε]] απευθείας από το ο. <i>αἰτιῶμαι</i> ως ρημ. [[επίθετο]] [[είτε]], λόγω της σημασίας του («ο προκύπτων από ορισμένη [[αιτία]]»), από τη λ. [[αἰτία]], που φαίνεται πιθανότερο. Σε [[αντίθεση]] [[προς]] τα (<i>ἡ</i>) [[αἰτία]] και (<i>τὸ</i>) <i>αἴτιον</i> που δηλώνουν «την προκαλούσα [[αιτία]]» (causa), το επίθ. [[αἰτιατός]] και το Ουσιαστικοποιημένο ουδέτερό του (<i>τὸ αἰτιατὸν</i>) δηλώνουν το [[αποτέλεσμα]] της αιτίας. Έτσι εξηγείται και η [[ονομασία]] του σημασιοσυντακτικού όρου <i>αἰτιατική</i> ([[πτώση]]) από τους Στωικούς, ως πτώσεως που δηλώνει το [[αποτέλεσμα]] της ενέργειας του ρήματος, όρου που [[κακώς]] αποδόθηκε από τους Λατίνους γραμματικούς ως <i>accusativus</i> (<i>casus</i>) [[αντί]] του ορθού <i>effectivus</i> (η [[πτώση]] του αποτελέσματος, όχι της αιτίας, όπως σημαίνει ο όρος <i>accusativus</i>).<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[αἰτιατικός]]. | ||
}} | }} |