εκατοντούτης: Difference between revisions
From LSJ
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)
(10) |
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (θηλ. εκατοντούτις) (Α [[ἑκατοντούτης]], θηλ. | |mltxt=ο (θηλ. εκατοντούτις) (Α [[ἑκατοντούτης]], θηλ. ἑκατοντοῦτις)<br />αυτός που έχει [[ηλικία]] [[εκατό]] χρόνων. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:20, 15 February 2019
Greek Monolingual
ο (θηλ. εκατοντούτις) (Α ἑκατοντούτης, θηλ. ἑκατοντοῦτις)
αυτός που έχει ηλικία εκατό χρόνων.