3,276,932
edits
(7) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=(-ους), -ες (AM [[ἀφρώδης]], -ες)<br />αυτός που έχει αφρούς, που [[είναι]] [[γεμάτος]] από αφρούς<br /><b>νεοελλ.</b><br />«[[αφρώδης]] [[οίνος]]» ή «[[καμπανίτης]] [[οίνος]]» — [[φυσικά]] [[αεριούχος]] [[οίνος]], δηλ. εμπλουτισμένος με [[διοξείδιο]] του άνθρακα, το οποίο παράγεται [[κατά]] το [[τέλος]] της αλκοολικής ζύμωσης. | |mltxt=(-ους), -ες (AM [[ἀφρώδης]], -ες)<br />αυτός που έχει αφρούς, που [[είναι]] [[γεμάτος]] από αφρούς<br /><b>νεοελλ.</b><br />«[[αφρώδης]] [[οίνος]]» ή «[[καμπανίτης]] [[οίνος]]» — [[φυσικά]] [[αεριούχος]] [[οίνος]], δηλ. εμπλουτισμένος με [[διοξείδιο]] του άνθρακα, το οποίο παράγεται [[κατά]] το [[τέλος]] της αλκοολικής ζύμωσης. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀφρώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[αφρώδης]], αφρισμένος, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |