ἐπιγνώμων: Difference between revisions

4
(13)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιγνώμων]], ο (AM) [[επιγιγνώσκω]]<br /><b>1.</b> [[έμπειρος]]<br /><b>2.</b> αυτός που συγχωρεί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[αιρετός]] [[κριτής]], [[διαιτητής]]<br /><b>2.</b> [[εκτιμητής]] («τὸν βασανιστὴν Μνησικλέα ἐπιγνώμονα τῆς [[τιμῆς]] εἷναι τοῡ παιδός», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επιστάτης]], [[επόπτης]].
|mltxt=[[ἐπιγνώμων]], ο (AM) [[επιγιγνώσκω]]<br /><b>1.</b> [[έμπειρος]]<br /><b>2.</b> αυτός που συγχωρεί<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[αιρετός]] [[κριτής]], [[διαιτητής]]<br /><b>2.</b> [[εκτιμητής]] («τὸν βασανιστὴν Μνησικλέα ἐπιγνώμονα τῆς [[τιμῆς]] εἷναι τοῡ παιδός», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επιστάτης]], [[επόπτης]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιγνώμων:''' -ονος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[διαιτητής]], [[κριτής]], [[δικαστής]], με γεν. πράγμ., σε Πλάτ.· ἐπ. τῆς [[τιμῆς]], [[εκτιμητής]] αυτής, σε Δημ.<br /><b class="num">II.</b> = [[συγγνώμων]], αυτός που συγχωρεί, <i>τινί</i>, σε Μόσχ.
}}
}}