3,274,873
edits
(28) |
(5) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (Α [[οἰκιστής]]) [[οικίζω]]<br />αυτός που οικίζει έναν [[τόπο]] με εποίκους, [[ιδρυτής]] πόλεως ή αποικίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που καταρτίζει καταστατικούς νόμους για μία [[πόλη]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ οἰκισταί</i><br />(στη [[Ρώμη]]) οι [[τρεις]] άρχοντες, η [[τριανδρία]] που επιστατούσαν σε [[αποικία]]. | |mltxt=ο (Α [[οἰκιστής]]) [[οικίζω]]<br />αυτός που οικίζει έναν [[τόπο]] με εποίκους, [[ιδρυτής]] πόλεως ή αποικίας<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που καταρτίζει καταστατικούς νόμους για μία [[πόλη]]<br /><b>2.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>οἱ οἰκισταί</i><br />(στη [[Ρώμη]]) οι [[τρεις]] άρχοντες, η [[τριανδρία]] που επιστατούσαν σε [[αποικία]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''οἰκιστής:''' -οῦ, ὁ ([[οἰκίζω]]), [[αποικιστής]], [[ιδρυτής]] μιας πόλης, σε Ηρόδ., Θουκ. | |||
}} | }} |