ὁμοκέλευθος: Difference between revisions

3b
(28)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὁμοκέλευθος]], -ον (Α)<br />αυτός που βαδίζει στον ίδιο δρόμο, [[συνταξιδιώτης]], [[συνοδοιπόρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κέλευθος]] «[[οδός]]»].
|mltxt=[[ὁμοκέλευθος]], -ον (Α)<br />αυτός που βαδίζει στον ίδιο δρόμο, [[συνταξιδιώτης]], [[συνοδοιπόρος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[κέλευθος]] «[[οδός]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμοκέλευθος:''' ὁ попутчик, спутник Plat.
}}
}}