ρήσσω: Difference between revisions

From LSJ

Καλὸν τὸ μηδὲν εἰς φίλους ἁμαρτάνειν → Nihil peccare in amicos est pulcherrimum → Gut ist, sich gegen Freunde nicht versündigen

Menander, Monostichoi, 279
(36)
 
m (Text replacement - "————————" to "<br />")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />και αττ. τ. [[ρήττω]] Α<br /><b>ιων. τ.</b> [[ρήγνυμι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μτγν. τ. σχηματισμένος από το θ. <i>ῥηκ</i>- του αορ. <i>ἔρρηξα</i> του [[ῥήγνυμι]], με [[επίθημα]] -<i>jω</i> (<i>ρήκ</i>-<i>jω</i> &GT; [[ρήσσω]]), <b>πρβλ.</b> [[πήγνυμι]]: [[πήσσω]].———————— <b>(II)</b><br />Α<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[ῥάσσω]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />και αττ. τ. [[ρήττω]] Α<br /><b>ιων. τ.</b> [[ρήγνυμι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Μτγν. τ. σχηματισμένος από το θ. <i>ῥηκ</i>- του αορ. <i>ἔρρηξα</i> του [[ῥήγνυμι]], με [[επίθημα]] -<i>jω</i> (<i>ρήκ</i>-<i>jω</i> &GT; [[ρήσσω]]), <b>πρβλ.</b> [[πήγνυμι]]: [[πήσσω]].<br /> <b>(II)</b><br />Α<br /><b>ιων. τ.</b> <b>βλ.</b> [[ῥάσσω]].
}}
}}

Revision as of 12:05, 9 January 2019

Greek Monolingual

(I)
και αττ. τ. ρήττω Α
ιων. τ. ρήγνυμι.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. σχηματισμένος από το θ. ῥηκ- του αορ. ἔρρηξα του ῥήγνυμι, με επίθημα - (ρήκ- > ρήσσω), πρβλ. πήγνυμι: πήσσω.
(II)
Α
ιων. τ. βλ. ῥάσσω.