σύγκλιση: Difference between revisions

4,980 bytes removed ,  27 September 2022
m
Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1"
(39)
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=η / [[σύγκλισις]], -ίσεως, ΝΑ [[συγκλίνω]]<br />η [[κατεύθυνση]] από διάφορα [[σημεία]] [[προς]] ένα και το ίδιο [[σημείο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> [[ομοιότητα]] μορφής [[μεταξύ]] δύο ειδών τα οποία ζουν στο ίδιο [[περιβάλλον]], μετατίθενται με τις ίδιες διαδικασίες, αν πρόκειται για ζώα, [[αλλά]] δεν έχουν στενή φυλογενετική [[συγγένεια]]<br /><b>2.</b> <b>γλωσσ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο διαλεκτικές μορφές που υπάγονται στην [[ίδια]] [[γλώσσα]], ή [[ακόμη]] και γλώσσες διαφορετικές, αναπτύσσουν με το [[πέρασμα]] του χρόνου κοινά χαρακτηριστικά [[είτε]] στη [[μορφολογία]] [[είτε]] στη [[δομή]] τους, [[γεγονός]] που έχει ως [[αποτέλεσμα]] να έρχονται πιο [[κοντά]] η μία στην [[άλλη]] και να εμφανίζουν μεγαλύτερη [[ομοιότητα]]<br /><b>3.</b> <b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το είδωλό του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]], [[κίνηση]] που χρησιμοποιείται για την [[εκτίμηση]] της απόστασης, όταν το ορώμενο [[αντικείμενο]] βρίσκεται σε [[απόσταση]] μικρότερη τών τριών μέτρων<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> η [[ιδιότητα]] μιας μεταβλητής ποσότητας να τείνει [[προς]] ορισμένο πεπερασμένο όριο (α. «[[σύγκλιση]] ακολουθίας» β. «[[σύγκλιση]] [[σειράς]]»)<br />5.<b>φυσ.</b> [[μέγεθος]] χαρακτηριστικό ενός οπτικού συστήματος, η [[τιμή]] του οποίου [[είναι]] θετική, όταν το [[σύστημα]] [[είναι]] συγκλίνον, και αρνητική, όταν αυτό [[είναι]] αποκλίνον, [[μέγεθος]] που [[είναι]] ίσο με το αντίστροφο της εστιακής απόστασης του οπτικού συστήματος και εκφράζεται σε διοπτρίες<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «βλεμματική [[σύγκλιση]]»<br /><b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[κατά]] την όραση από [[κοντά]], [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το [[είδωλο]] του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]]<br />β) «ατμοσφαιρική [[σύγκλιση]]»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[συσσώρευση]] του αέρα λόγω της άφιξής του [[κατά]] οριζόντια [[διεύθυνση]] [[πάνω]] από μια συγκεκριμένη [[περιοχή]], [[φαινόμενο]] που συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη κατακόρυφη αντισταθμιστική κίνησή του<br />γ) «[[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[περιοχή]] [[πάνω]] από την οποία συσσωρεύεται ο [[αέρας]] [[κατά]] το [[φαινόμενο]] της ατμοσφαιρικής σύγκλισης<br />δ) «ενδοτροπική [[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> [[περιοχή]] στην [[επιφάνεια]] του πλανήτη, όπου παρατηρείται έντονη [[δυναμική]] [[ανύψωση]], η οποία επηρεάζεται και από ποικίλες θερμικές διαδικασίες<br />ε) «ωκεανική [[σύγκλιση]]»<br /><b>ωκεαν.</b> [[συνάντηση]] σε ένα [[σημείο]] ή σε μια ωκεάνια [[ζώνη]] θαλάσσιων ρευμάτων που μεταφέρουν υδάτινες μάζες με διαφορετικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά<br /><b>αρχ.</b><br />η [[διαμόρφωση]] κάποιου, [[ιδίως]] του εδάφους, ώστε να συγκλίνουν όλα τα μέρη και να σχηματίζεται [[κοιλότητα]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η / [[σύγκλισις]], -ίσεως, ΝΑ [[συγκλίνω]]<br />η [[κατεύθυνση]] από διάφορα [[σημεία]] [[προς]] ένα και το ίδιο [[σημείο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> [[ομοιότητα]] μορφής [[μεταξύ]] δύο ειδών τα οποία ζουν στο ίδιο [[περιβάλλον]], μετατίθενται με τις ίδιες διαδικασίες, αν πρόκειται για ζώα, [[αλλά]] δεν έχουν στενή φυλογενετική [[συγγένεια]]<br /><b>2.</b> <b>γλωσσ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο διαλεκτικές μορφές που υπάγονται στην [[ίδια]] [[γλώσσα]], ή [[ακόμη]] και γλώσσες διαφορετικές, αναπτύσσουν με το [[πέρασμα]] του χρόνου κοινά χαρακτηριστικά [[είτε]] στη [[μορφολογία]] [[είτε]] στη [[δομή]] τους, [[γεγονός]] που έχει ως [[αποτέλεσμα]] να έρχονται πιο [[κοντά]] η μία στην [[άλλη]] και να εμφανίζουν μεγαλύτερη [[ομοιότητα]]<br /><b>3.</b> <b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το είδωλό του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]], [[κίνηση]] που χρησιμοποιείται για την [[εκτίμηση]] της απόστασης, όταν το ορώμενο [[αντικείμενο]] βρίσκεται σε [[απόσταση]] μικρότερη τών τριών μέτρων<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> η [[ιδιότητα]] μιας μεταβλητής ποσότητας να τείνει [[προς]] ορισμένο πεπερασμένο όριο (α. «[[σύγκλιση]] ακολουθίας» β. «[[σύγκλιση]] [[σειράς]]»)<br />5.<b>φυσ.</b> [[μέγεθος]] χαρακτηριστικό ενός οπτικού συστήματος, η [[τιμή]] του οποίου [[είναι]] θετική, όταν το [[σύστημα]] [[είναι]] συγκλίνον, και αρνητική, όταν αυτό [[είναι]] αποκλίνον, [[μέγεθος]] που [[είναι]] ίσο με το αντίστροφο της εστιακής απόστασης του οπτικού συστήματος και εκφράζεται σε διοπτρίες<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «βλεμματική [[σύγκλιση]]»<br /><b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[κατά]] την όραση από [[κοντά]], [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το [[είδωλο]] του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]]<br />β) «ατμοσφαιρική [[σύγκλιση]]»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[συσσώρευση]] του αέρα λόγω της άφιξής του [[κατά]] οριζόντια [[διεύθυνση]] [[πάνω]] από μια συγκεκριμένη [[περιοχή]], [[φαινόμενο]] που συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη κατακόρυφη αντισταθμιστική κίνησή του<br />γ) «[[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[περιοχή]] [[πάνω]] από την οποία συσσωρεύεται ο [[αέρας]] [[κατά]] το [[φαινόμενο]] της ατμοσφαιρικής σύγκλισης<br />δ) «ενδοτροπική [[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> [[περιοχή]] στην [[επιφάνεια]] του πλανήτη, όπου παρατηρείται έντονη [[δυναμική]] [[ανύψωση]], η οποία επηρεάζεται και από ποικίλες θερμικές διαδικασίες<br />ε) «ωκεανική [[σύγκλιση]]»<br /><b>ωκεαν.</b> [[συνάντηση]] σε ένα [[σημείο]] ή σε μια ωκεάνια [[ζώνη]] θαλάσσιων ρευμάτων που μεταφέρουν υδάτινες μάζες με διαφορετικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά<br /><b>αρχ.</b><br />η [[διαμόρφωση]] κάποιου, [[ιδίως]] του εδάφους, ώστε να συγκλίνουν όλα τα μέρη και να σχηματίζεται [[κοιλότητα]].
|mltxt=η / [[σύγκλισις]], -ίσεως, ΝΑ [[συγκλίνω]]<br />η [[κατεύθυνση]] από διάφορα [[σημεία]] [[προς]] ένα και το ίδιο [[σημείο]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> [[ομοιότητα]] μορφής [[μεταξύ]] δύο ειδών τα οποία ζουν στο ίδιο [[περιβάλλον]], μετατίθενται με τις ίδιες διαδικασίες, αν πρόκειται για ζώα, [[αλλά]] δεν έχουν στενή φυλογενετική [[συγγένεια]]<br /><b>2.</b> <b>γλωσσ.</b> [[φαινόμενο]] [[κατά]] το οποίο διαλεκτικές μορφές που υπάγονται στην [[ίδια]] [[γλώσσα]], ή [[ακόμη]] και γλώσσες διαφορετικές, αναπτύσσουν με το [[πέρασμα]] του χρόνου κοινά χαρακτηριστικά [[είτε]] στη [[μορφολογία]] [[είτε]] στη [[δομή]] τους, [[γεγονός]] που έχει ως [[αποτέλεσμα]] να έρχονται πιο [[κοντά]] η μία στην [[άλλη]] και να εμφανίζουν μεγαλύτερη [[ομοιότητα]]<br /><b>3.</b> <b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το είδωλό του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]], [[κίνηση]] που χρησιμοποιείται για την [[εκτίμηση]] της απόστασης, όταν το ορώμενο [[αντικείμενο]] βρίσκεται σε [[απόσταση]] μικρότερη τών τριών μέτρων<br /><b>4.</b> <b>μαθημ.</b> η [[ιδιότητα]] μιας μεταβλητής ποσότητας να τείνει [[προς]] ορισμένο πεπερασμένο όριο (α. «[[σύγκλιση]] ακολουθίας» β. «[[σύγκλιση]] [[σειράς]]»)<br />5.<b>φυσ.</b> [[μέγεθος]] χαρακτηριστικό ενός οπτικού συστήματος, η [[τιμή]] του οποίου [[είναι]] θετική, όταν το [[σύστημα]] [[είναι]] συγκλίνον, και αρνητική, όταν αυτό [[είναι]] αποκλίνον, [[μέγεθος]] που [[είναι]] ίσο με το αντίστροφο της εστιακής απόστασης του οπτικού συστήματος και εκφράζεται σε διοπτρίες<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «βλεμματική [[σύγκλιση]]»<br /><b>φυσιολ.</b> η [[κατεύθυνση]] τών οπτικών αξόνων και η [[προσήλωση]] του βλέμματος και τών δύο ματιών [[προς]] το παρατηρούμενο [[αντικείμενο]] [[κατά]] την όραση από [[κοντά]], [[έτσι]] ώστε να σχηματιστεί το [[είδωλο]] του στην ωχρά [[κηλίδα]] για [[κάθε]] [[μάτι]]<br />β) «ατμοσφαιρική [[σύγκλιση]]»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[συσσώρευση]] του αέρα λόγω της άφιξής του [[κατά]] οριζόντια [[διεύθυνση]] [[πάνω]] από μια συγκεκριμένη [[περιοχή]], [[φαινόμενο]] που συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη κατακόρυφη αντισταθμιστική κίνησή του<br />γ) «[[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> η [[περιοχή]] [[πάνω]] από την οποία συσσωρεύεται ο [[αέρας]] [[κατά]] το [[φαινόμενο]] της ατμοσφαιρικής σύγκλισης<br />δ) «ενδοτροπική [[ζώνη]] σύγκλισης»<br /><b>(μετεωρ.)</b> [[περιοχή]] στην [[επιφάνεια]] του πλανήτη, όπου παρατηρείται έντονη [[δυναμική]] [[ανύψωση]], η οποία επηρεάζεται και από ποικίλες θερμικές διαδικασίες<br />ε) «ωκεανική [[σύγκλιση]]»<br /><b>ωκεαν.</b> [[συνάντηση]] σε ένα [[σημείο]] ή σε μια ωκεάνια [[ζώνη]] θαλάσσιων ρευμάτων που μεταφέρουν υδάτινες μάζες με διαφορετικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά<br /><b>αρχ.</b><br />η [[διαμόρφωση]] κάποιου, [[ιδίως]] του εδάφους, ώστε να συγκλίνουν όλα τα μέρη και να σχηματίζεται [[κοιλότητα]].
}}
}}