3,274,159
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ὀρθοστάτης:''' [ᾰ], -ου, ὁ ([[στῆναι]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που στέκεται όρθιος· όρθιο [[ακόντιο]], όρθιος [[στύλος]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> είδος γλυκιάς πίτας που χρησιμοποιείτο σε επικήδειες προσφορές, στον ίδ. | |lsmtext='''ὀρθοστάτης:''' [ᾰ], -ου, ὁ ([[στῆναι]]),<br /><b class="num">I.</b> αυτός που στέκεται όρθιος· όρθιο [[ακόντιο]], όρθιος [[στύλος]], σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> είδος γλυκιάς πίτας που χρησιμοποιείτο σε επικήδειες προσφορές, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὀρθοστάτης:''' ου (ᾰ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> подпора, колонна Eur.: κλιμάκων ὀρθοστάται Eur. приставные лестницы - v. l. ὀρθόοτατος;<br /><b class="num">2)</b> погребальная лепешка (сжигавшаяся на могиле усопшего) Eur. | |||
}} | }} |