Παράλιον: Difference between revisions
From LSJ
ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself
(5) |
(3b) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''Παράλιον:''' τό, μικρό [[ιερό]] του ήρωα Παράλου, σε Δημ. | |lsmtext='''Παράλιον:''' τό, μικρό [[ιερό]] του ήρωα Παράλου, σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''Παράλιον:''' τό Паралий (святилище атт. героя Парала) Dem. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:32, 1 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
Παράλιον: τό, ἡρῷον (δηλ. ἱερὸν) τοῦ ἥρωος Παράλου, Δημ. 1191. 25.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
sanctuaire du héros attique Paralos.
Greek Monotonic
Παράλιον: τό, μικρό ιερό του ήρωα Παράλου, σε Δημ.
Russian (Dvoretsky)
Παράλιον: τό Паралий (святилище атт. героя Парала) Dem.