μονοκρήπις: Difference between revisions

1ba
(5)
(1ba)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μονοκρήπῑς:''' -ῖδος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει ένα μόνο [[σανδάλι]], [[μονοσάνδαλος]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''μονοκρήπῑς:''' -ῖδος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει ένα μόνο [[σανδάλι]], [[μονοσάνδαλος]], σε Πίνδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=μονο-κρήπῑς, ῑδος, ὁ, ἡ,<br />with but one [[sandal]], Pind.
}}
}}