ἀσχημάτιστος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀσχημάτιστος:''' -ον ([[σχηματίζω]]), αυτός που δεν έχει [[σχήμα]] ή [[μορφή]], σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀσχημάτιστος:''' -ον ([[σχηματίζω]]), αυτός που δεν έχει [[σχήμα]] ή [[μορφή]], σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσχημάτιστος:''' лишенный образа, бесформенный ([[οὐσία]] ψυχῆς Plat.; sc. [[χαλκός]] Arst.; ἐν τοῖς λόγοις Plut.).
}}
}}