3,277,091
edits
(4) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''δορίκρᾱνος:''' -ον ([[κάρα]]), αυτός που έχει [[λόγχη]] στην [[κορυφή]] του, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''δορίκρᾱνος:''' -ον ([[κάρα]]), αυτός που έχει [[λόγχη]] στην [[κορυφή]] του, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''δορίκρᾱνος:''' v. l. = [[δορύκρανος]]. | |||
}} | }} |