δροσώδης: Difference between revisions

1b
(4)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δροσώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[δροσερός]], [[υγρός]], νοτισμένος, βρεγμένος, σε Ευρ.
|lsmtext='''δροσώδης:''' -ες ([[εἶδος]]), [[δροσερός]], [[υγρός]], νοτισμένος, βρεγμένος, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''δροσώδης:''' <b class="num">1)</b> похожий на росу ([[ὕδατος]] [[νοτίς]] Eur.; [[ἱδρώς]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> свежий, нежный ([[μέτωπον]] Anacr.).
}}
}}