θεότρεπτος: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''θεότρεπτος:''' -ον, αυτός που στρέφεται ή οδηγείται, κατευθύνεται από τους θεούς, σε Αισχύλ.
|lsmtext='''θεότρεπτος:''' -ον, αυτός που στρέφεται ή οδηγείται, κατευθύνεται από τους θεούς, σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''θεότρεπτος:''' повернутый богами: τὰ θεότρεπτα Aesch. ниспосланные богами превратности (судьбы).
}}
}}