λιγύφθογγος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λῐγύφθογγος:''' -ον ([[φθογγή]]), αυτός που έχει καθαρή, διαπεραστική [[φωνή]], λέγεται για τους κήρυκες, σε Όμηρ.· λέγεται για το [[αηδόνι]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''λῐγύφθογγος:''' -ον ([[φθογγή]]), αυτός που έχει καθαρή, διαπεραστική [[φωνή]], λέγεται για τους κήρυκες, σε Όμηρ.· λέγεται για το [[αηδόνι]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''λῐγύφθογγος:''' <b class="num">1)</b> звонкоголосый ([[ἀηδών]] Arph.);<br /><b class="num">2)</b> громогласный, с зычным голосом (κήρυκες Hom.);<br /><b class="num">3)</b> звонкий, т. е. стрекочущий (πτέρυγες, sc. ἀκρίδος Anth.).
}}
}}