πεδοστιβής: Difference between revisions

nl
(5)
(nl)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεδοστῐβής:''' -ές ([[στιβεῖν]]), αυτός που [[πατά]] στη γη, σε Ευρ.· πεζό, αντίθ. προς το [[ἱππηλάτης]], σε Αισχύλ.
|lsmtext='''πεδοστῐβής:''' -ές ([[στιβεῖν]]), αυτός που [[πατά]] στη γη, σε Ευρ.· πεζό, αντίθ. προς το [[ἱππηλάτης]], σε Αισχύλ.
}}
{{elnl
|elnltext=πεδοστιβής -ές [πέδον, στείβω] over de aarde lopend. te voet.
}}
}}