3,277,121
edits
(6) |
(4) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σῐνᾰμωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> ([[σινάμωρος]]), [[λυμαίνομαι]] ή [[προκαλώ]] τον όλεθρο με ακόλαστο τρόπο, [[αφανίζω]], σε Ηρόδ. — Παθ., [[γίνομαι]] [[θύμα]] ακόλαστης μεταχείρισης, σε Αριστοφ. | |lsmtext='''σῐνᾰμωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i> ([[σινάμωρος]]), [[λυμαίνομαι]] ή [[προκαλώ]] τον όλεθρο με ακόλαστο τρόπο, [[αφανίζω]], σε Ηρόδ. — Παθ., [[γίνομαι]] [[θύμα]] ακόλαστης μεταχείρισης, σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σῐνᾰμωρέω:''' <b class="num">1)</b> повреждать, разорять (πόλιν Her.);<br /><b class="num">2)</b> перен. использовать, вкушать (γυνὴ σιναμωρουμένη Xen.). | |||
}} | }} |