σιγηρός: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σῑγηρός:''' -ά, -όν, μεταγεν. [[τύπος]] αντί [[σιγηλός]], σε Μένανδρ.
|lsmtext='''σῑγηρός:''' -ά, -όν, μεταγεν. [[τύπος]] αντί [[σιγηλός]], σε Μένανδρ.
}}
{{elru
|elrutext='''σῐγηρός:''' Men. = [[σιγηλός]].
}}
}}