3,274,919
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σχοινοτενής:''' -ές ([[σχοῖνος]] I<b>V</b>, [[τείνω]]), αυτός που έχει εκταθεί, που έχει τεντωθεί όπως το [[σχοινί]] με το οποίο μετράει [[κάποιος]] εκτάσεις, αυτός που έχει εκταθεί σε [[ευθεία]] [[γραμμή]], [[ευθύς]], [[ίσιος]], σε Ηρόδ.· <i>σχοινοτενὲς ποιήσασθαι</i>, [[σύρω]], [[τραβώ]] [[ευθεία]] [[γραμμή]], στον ίδ. | |lsmtext='''σχοινοτενής:''' -ές ([[σχοῖνος]] I<b>V</b>, [[τείνω]]), αυτός που έχει εκταθεί, που έχει τεντωθεί όπως το [[σχοινί]] με το οποίο μετράει [[κάποιος]] εκτάσεις, αυτός που έχει εκταθεί σε [[ευθεία]] [[γραμμή]], [[ευθύς]], [[ίσιος]], σε Ηρόδ.· <i>σχοινοτενὲς ποιήσασθαι</i>, [[σύρω]], [[τραβώ]] [[ευθεία]] [[γραμμή]], στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σχοινοτενής:''' <b class="num">1)</b> проведенный по натянутому канату, т. е. совершенно прямой ([[διῶρυξ]] Her.);<br /><b class="num">2)</b> тростниковый, плетеный ([[σπυρίς]] Anth.). | |||
}} | }} |