τεκμηριόω: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τεκμηριόω:''' μέλ. <i>τεκμηριώσω</i>, [[αποδεικνύω]] με [[βεβαιότητα]], σε Θουκ.· <i>εἴ τῳ ἱκανὸς τεκμηριῶσαι</i>, αν μπορεί να αποδείξει με τεκμήρια, στον ίδ.· τοσαῦτα ἐτεκμηρίωσε [[ὅτι]]..., τέτοια βέβαιη [[απόδειξη]] έδωσε στο [[γεγονός]] ότι..., στον ίδ.
|lsmtext='''τεκμηριόω:''' μέλ. <i>τεκμηριώσω</i>, [[αποδεικνύω]] με [[βεβαιότητα]], σε Θουκ.· <i>εἴ τῳ ἱκανὸς τεκμηριῶσαι</i>, αν μπορεί να αποδείξει με τεκμήρια, στον ίδ.· τοσαῦτα ἐτεκμηρίωσε [[ὅτι]]..., τέτοια βέβαιη [[απόδειξη]] έδωσε στο [[γεγονός]] ότι..., στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''τεκμηριόω:''' представлять доводы, доказывать, свидетельствовать Thuc.
}}
}}