εὔτρητος: Difference between revisions

m
Text replacement - "˙" to "·"
(2b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''εὔτρητος''': Ἐπικ. εΰτρητος, ον, (τιτράω) [[καλῶς]] τετρημένος, τετρυπημένος, λοβοὶ Ἰλ. Ξ. 182˙ δόνακες Ἀνθ. Πλαν. 4. πρβλ. [[χόανος]]˙ ἔχων πολλὰ ἀνοίγματα, φλεβία Θεοφράστ. περὶ Αἰσθ. 56˙ πορώδης, [[σπόγγος]] Κόϊντ. Σμ. 9. 429˙ [[πέδον]] Ἀνθ. Π. 6. 21.
|lstext='''εὔτρητος''': Ἐπικ. εΰτρητος, ον, (τιτράω) [[καλῶς]] τετρημένος, τετρυπημένος, λοβοὶ Ἰλ. Ξ. 182· δόνακες Ἀνθ. Πλαν. 4. πρβλ. [[χόανος]]· ἔχων πολλὰ ἀνοίγματα, φλεβία Θεοφράστ. περὶ Αἰσθ. 56· πορώδης, [[σπόγγος]] Κόϊντ. Σμ. 9. 429· [[πέδον]] Ἀνθ. Π. 6. 21.
}}
}}
{{bailly
{{bailly