τρίμιτος: Difference between revisions

m
Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ."
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''τρίμῐτος''': [ῐ], -ον, ὁ ἐκ τριῶν μίτων (κλωστῶν) συγκείμενος, [[τρίκλωνος]], Λύσιππος ἐν «Βάκχαις» 3. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. [[τρίμιτος]], ὁ, ἢ τρίμιτον, Λατ. trilicium, [[ἔνδυμα]] ἐκ τριμίτου ὑφάσματος, Κρατῖνος Νεώτ. ἐν «Ὀμφάλῃ» 2, πρβλ. [[Πολυδ]]. Ζ΄, 78· ὑποκορ. τριμίτιον, ὁ αὐτ. ϛʹ, 165· τριμίσκος (τριμιτίσκος;), ὁ, «τριμίσκον· [[ἱμάτιον]], Ἀσπένδιοι» Ἡσύχ., πρβλ. [[δίμιτος]].
|lstext='''τρίμῐτος''': [ῐ], -ον, ὁ ἐκ τριῶν μίτων (κλωστῶν) συγκείμενος, [[τρίκλωνος]], Λύσιππος ἐν «Βάκχαις» 3. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ. [[τρίμιτος]], ὁ, ἢ τρίμιτον, Λατ. trilicium, [[ἔνδυμα]] ἐκ τριμίτου ὑφάσματος, Κρατῖνος Νεώτ. ἐν «Ὀμφάλῃ» 2, πρβλ. Πολυδ. Ζ΄, 78· ὑποκορ. τριμίτιον, ὁ αὐτ. ϛʹ, 165· τριμίσκος (τριμιτίσκος;), ὁ, «τριμίσκον· [[ἱμάτιον]], Ἀσπένδιοι» Ἡσύχ., πρβλ. [[δίμιτος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τρίμιτος]], -ον, ΝΑ<br />(για ύφασμα) ο κατασκευασμένος από τρίκλωνο [[νήμα]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ὁ [[τρίμιτος]], <i>τὸ τρίμιτον</i><br />[[είδος]] ενδύματος κατασκευασμένου από ύφασμα με τρίκλωνο [[νήμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μίτος]] «[[νήμα]], [[κλωστή]]» (<b>πρβλ.</b> [[ἑπτά]]-<i>μιτος</i>)].
|mltxt=-η, -ο / [[τρίμιτος]], -ον, ΝΑ<br />(για ύφασμα) ο κατασκευασμένος από τρίκλωνο [[νήμα]]<br /><b>αρχ.</b><br />(το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ὁ [[τρίμιτος]], <i>τὸ τρίμιτον</i><br />[[είδος]] ενδύματος κατασκευασμένου από ύφασμα με τρίκλωνο [[νήμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[μίτος]] «[[νήμα]], [[κλωστή]]» (<b>πρβλ.</b> [[ἑπτά]]-<i>μιτος</i>)].
}}
}}