κοίτη: Difference between revisions

No change in size ,  28 March 2021
m
Text replacement - "ποιεῑ" to "ποιεῖ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "ποιεῑ" to "ποιεῖ")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (AM [[κοίτη]])<br /><b>1.</b> το [[μέρος]] όπου κατακλίνεται [[κάποιος]], η [[κλίνη]], το [[κρεβάτι]] («ἤδη ἡ [[θύρα]] κέκλεισται καὶ τά [[παιδία]] μου μετ' ἐμοῦ εἰς τὴν κοίτην εἰσίν», ΚΔ)<br /><b>2.</b> νεκρικό [[κρεβάτι]], [[φέρετρο]] («στής κοίτης τη [[σιωπή]] του ύπνου του στερνού», <b>Σολωμ.</b>)<br /><b>3.</b> [[φωλιά]] ζώου («τὴν μὲν οὖν κοίτην καὶ τὴν ἀπόθεσιν τῆς θύρας [[ἄλλοθι]] ποιεῑται [ἡ [[ἀράχνη]]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[κοιλότητα]] του εδάφους, [[αυλάκι]] στο οποίο ρέει το [[νερό]] ποταμού ή ρυακιού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(πετρογρ.)</b> [[πλακοειδής]] [[μορφή]] μαγματικής διείσδυσης που κείται παράλληλα [[προς]] τη [[στρώση]] του περιβάλλοντος πετρώματος<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) <b>(μετεωρ.)</b> «[[κοίτη]] ανέμου» — [[κατεύθυνση]] της πνοής του ανέμου<br />β) [[χωρισμός]] από κοίτης και τραπέζης» — ο [[προσωρινός]] [[χωρισμός]] συζύγων που δεν συμφωνούν<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ένωση]], [[συνένωση]]<br /><b>2.</b> [[κρεβάτι]] γάμου, [[γάμος]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[κατάκλιση]], ο ύπνος («εὖ ὑμέας ἐδέξατο τραπέζῃ καὶ κοίτῃ», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> ερωτική [[μίξη]], [[συνουσία]] («μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καταυλισμός]]<br /><b>2.</b> <b>πάπ.</b> [[στάνη]] ζώων, [[μάνδρα]]<br /><b>3.</b> [[κιβώτιο]]<br /><b>4.</b> <b>πάπ.</b> [[κλήρος]] γης<br /><b>5.</b> <b>πάπ.</b> [[φυλάκιο]], [[βίγλα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοι</i>- (ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>koi</i>- της αρχικής ΙΕ ρίζας <i>kei</i>- «κειμαι, βρίσκομαι», απ' όπου το <i>κεῖ</i>-<i>μαι</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τη</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αή</i>-<i>τη</i>, <i>ά</i>-<i>τη</i>)].
|mltxt=η (AM [[κοίτη]])<br /><b>1.</b> το [[μέρος]] όπου κατακλίνεται [[κάποιος]], η [[κλίνη]], το [[κρεβάτι]] («ἤδη ἡ [[θύρα]] κέκλεισται καὶ τά [[παιδία]] μου μετ' ἐμοῦ εἰς τὴν κοίτην εἰσίν», ΚΔ)<br /><b>2.</b> νεκρικό [[κρεβάτι]], [[φέρετρο]] («στής κοίτης τη [[σιωπή]] του ύπνου του στερνού», <b>Σολωμ.</b>)<br /><b>3.</b> [[φωλιά]] ζώου («τὴν μὲν οὖν κοίτην καὶ τὴν ἀπόθεσιν τῆς θύρας [[ἄλλοθι]] ποιεῖται [ἡ [[ἀράχνη]]]», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>4.</b> [[κοιλότητα]] του εδάφους, [[αυλάκι]] στο οποίο ρέει το [[νερό]] ποταμού ή ρυακιού<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(πετρογρ.)</b> [[πλακοειδής]] [[μορφή]] μαγματικής διείσδυσης που κείται παράλληλα [[προς]] τη [[στρώση]] του περιβάλλοντος πετρώματος<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) <b>(μετεωρ.)</b> «[[κοίτη]] ανέμου» — [[κατεύθυνση]] της πνοής του ανέμου<br />β) [[χωρισμός]] από κοίτης και τραπέζης» — ο [[προσωρινός]] [[χωρισμός]] συζύγων που δεν συμφωνούν<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ένωση]], [[συνένωση]]<br /><b>2.</b> [[κρεβάτι]] γάμου, [[γάμος]]<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[κατάκλιση]], ο ύπνος («εὖ ὑμέας ἐδέξατο τραπέζῃ καὶ κοίτῃ», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> ερωτική [[μίξη]], [[συνουσία]] («μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καταυλισμός]]<br /><b>2.</b> <b>πάπ.</b> [[στάνη]] ζώων, [[μάνδρα]]<br /><b>3.</b> [[κιβώτιο]]<br /><b>4.</b> <b>πάπ.</b> [[κλήρος]] γης<br /><b>5.</b> <b>πάπ.</b> [[φυλάκιο]], [[βίγλα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>κοι</i>- (ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>koi</i>- της αρχικής ΙΕ ρίζας <i>kei</i>- «κειμαι, βρίσκομαι», απ' όπου το <i>κεῖ</i>-<i>μαι</i>) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>τη</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αή</i>-<i>τη</i>, <i>ά</i>-<i>τη</i>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm